Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Odilon Redon (1840-1916)



Ο Odilon Redon υπήρξε Γάλλος συμβολιστής ζωγράφος και σχεδιαστής. Στα έργα του σκιαγραφείται η ανάλυση της ψυχής και τα εσωτερικά συναισθήματα. Ο ίδιος επιθυμούσε να ''τοποθετήσει το ορατό στην υπηρεσία του αοράτου''. Αν και στη δουλειά του επίκεντρο φαίνεται να είναι απόηχοι κόσμοι και παράξενα πλάσματα, ωστόσο σκοπός του ήταν να απεικονίσει τα φαντάσματα του δικού του νου. Ο ίδιος, στο ημερολόγιό του, A Soi-même, φαίνεται να περιγράφει αυτήν τη διαδικασία : '' Πολύ συχνά, ως άσκηση και ως θρέψη του νου, ζωγράφιζα ένα αντικείμενο στα μικρότερα χαρακτηριστικά της οπτικής του εμφάνισης. Αλλά η μέρα με άφηνε με μια πικρία και μια ανείπωτη δίψα. Την επόμενη μέρα άφηνα την πηγή να τρέξει, αυτήν της έμπνευσης, μέσα από την ανάμνηση των μορφών, και έτσι επιβεβαίωνα και κατεύναζα τον εαυτό μου ''.


                                                                      Μελαγχολία


                                                                     Φως και σκιά


                                                                     Κόκκινα αγκάθια


                                                                 Ιππότης Μυστικιστής


                                                                   Σέλας ( Aurora )


                                                          Ο Άγιος Γεώργιος και ο δράκος


                                                               Πήγασος αιχμάλωτος


                                                                          Όραμα


                                                                Το άρμα του Απόλλωνα



πηγή : https://en.wikipedia.org/wiki/Odilon_Redon
http://www.odilon-redon.org/

Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

Χαλίλ Γκιμπράν (απόσπασμα)

Μέναμε και οι δυο σιωπηλοί, ο καθένας περιμένοντας τον
άλλο να μιλήσει, αλλα η ομιλία δεν ειναι το μόνο μέσο
επικοινωνίας ανάμεσα σε δυο ψυχές. Δεν είναι μόνο οι συλ-
λαβές και οι λέξεις που βγαίνουν απο τα χείλη και τη
γλώσσα που ενώνουν τις καρδιές.
Υπάρχει κάτι πολύ πιο μεγάλο και αγνό, από οσα
μπορεί να πει το στόμα. Η σιωπή φωτίζει τις ψυχές μας,
ψιθυρίζει στις καρδιές μας, και τις ενώνει. Η σιωπή μας
ξεχωρίζει απο τους εαυτούς μας, μας κάνει να ταξιδεύουμε
στο άπειρο στερέωμα του πνεύματος, και μας φέρνει πιο
κοντά στον ουρανό. μας κάνει να νοιώθουμε ότι τα σώματα
δεν είναι τίποτα περισσότερο απο φυλακές και ότι αυτός ο
κόσμος είναι μονάχα ένας τόπος εξορίας...


(απόσπασμα από Τα Σπασμένα Φτερά)


Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Ορφικοί Ύμνοι

Διὸς Ἀστραπαίου, θυμίαμα λιβανομάνναν

Κικλῄσκω μέγαν, ἁγνόν, ἐρισμάραγον, περίφαντον,
 
ἠέριον, φλογόεντα, πυρίδρομον, ἠεροφεγγῆ,
 
ἀστράπτοντα σέλας νεφέων παταγοδρόμῳ αὐδῇ,
 
φρικώδη, βαρύμηνιν, ἀνίκητον θεὸν ἁγνόν,
 
ἀστραπέα Δία, παγγενέτην, βασιλῆα μέγιστον,
 
εὐμενέοντα φέρειν γλυκερὴν βιότοιο τελευτήν. 


Μετάφραση
 
Επικαλούμαι τον μεγάλο, ιερόν, περιφανή, βροντώδη,
 
νεφελώδη, φλόγινο, πυρόδρομο, αερόφεγγο,
 
αυτόν πού αστράφτει των νεφών το φως με γοργοβρόντητη φωνή,
 
τρομαχτικό, οξύθυμο, ανίκητο αγνό θεό,
 
αστραπαίο Δία, παγγενήτορα, μέγιστο βασιλέα,
 
να φέρνει ευμενή γλυκύ τέλος του βίου.






Ο Πόνος του Ορφέα 


Ἑκάτης

 Εἰνοδίαν Ἑκάτην κλήιζω, τριοδῖτιν, ἐραννήν, οὐρανίαν χθονίαν τε καὶ εἰναλίαν, κροκόπεπλον, τυμβιδίαν, ψυχαῖς νεκύων μέτα βακχεύουσαν, Περσείαν, φιλέρημον, ἀγαλλομένην ἐλάφοισι, νυκτερίαν, σκυλακῖτιν, ἀμαιμάκετον βασίλειαν, θηρόβρομον, ἄζωστον, ἀπρόσμαχον εἶδος ἔχουσαν, ταυροπόλον, παντὸς κόσμου κληιδοῦχον ἄνασσαν, ἡγεμόνην, νύμφην, κουροτρόφον, οὐρεσιφοῖτιν, λισσόμενος κούρην τελεταῖς ὁσίαισι παρεῖναι βουκόλωι εὐμενέουσαν ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι.

 

Μετάφραση

 
Την Εκάτήν εξυμνώ, πού την λατρεύουν στας οδούς και στας τριόδους, την επέραστη, την ουρανίαν και την επιγειον και την θαλασσινήν πού έχει κίτρινο πέπλο, αυτήν πού φροντίζει για τους νεκρούς καί πού είναι ενθουσιασμένη ανάμεσα στις ψυχές των νεκρών,
την Πέρσειαν, αυτήν πού αγαπά την ερημιά καί ευφραίνεται με τα ελάφια, την νυκτερινήν, την προστάτιν των σκύλων, την ακαταμάχητη βασίλισσα αυτήν πού θηρεύει ταύρους, την βασίλισσα πού έχει τα κλειδιά όλου του κόσμου, την οδηγόν, την νύμφην αυτήν πού ανατρέφει παιδιά καί πού περιφέρεται στα βουνά αυτήν την κόρην ας παρακαλέσωμε να παρευρεθή εις τάς ιεράς τελετάς με ευμενή πάντοτε διάθεσιν προς τον ηγέτην (τον επί κεφαλής) καί με χαρούμενη καρδιά.

 

 

Δαιμόνια Νύμφη

 Οι Δαιμονία Νύμφη είναι ένα ελληνικό μουσικό συγκρότημα γνωστό κυρίως για τα όργανα που χρησιμοποιεί, τα οποία είναι ανακατασκευές αρχαίων ελληνικών οργάνων, κατασκευασμένα από τον οργανοτεχνίτη Νικόλαο Μπρα. Η μουσική τους εκπνέει μια παγανιστική, αρχαιοελληνική ατμόσφαιρα που τους κάνει μοναδικούς. Το σύνολο ολοκληρώνουν οι στίχοι, γραμμένοι συνήθως στα αρχαία ελληνικά, με θεματολογία κυρίως βακχικές τελετές και επικλήσεις (.....)

 

Τέχνη & Ποίησις 

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Γεώργιος Ιακωβίδης ( 1853-1932), Georgios Iakovidis




Θεωρείται ως ένας από τους κατεξοχήν εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου, αλλά και της ακαδημαϊκής ζωγραφικής στην Ελλάδα. Στη θεματογραφία των έργων του συγκαταλέγονται μυθολογικές και ηθογραφικές σκηνές, προσωπογραφίες, τοπία και νεκρές φύσεις. Στη διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο, περίοδο κατά την οποία ανιχνεύονται και οι επιρροές του Γερμανικού Ιμπρεσιονισμού στο έργο του ως προς την απόδοση του φωτός και του χρώματος, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ηθογραφία, τις εικόνες από την παιδική ζωή, καθώς και την απεικόνιση μορφών στο ύπαιθρο. Μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα στράφηκε κυρίως στην εκτέλεση επίσημων πορτρέτων, νεκρών φύσεων και ανθογραφιών.
Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1870-1876), με δάσκαλο στη ζωγραφική τον Νικηφόρο Λύτρα. Από το 1877, έχοντας κερδίσει στο διαγωνισμό που είχε προκηρύξει η Σχολή για σπουδές στην Ευρώπη, φοίτησε στην Ακαδημία του Μονάχου, όπου παρακολούθησε μαθήματα έως το 1883, κοντά στους Ludwig von Lofftz, Wilhelm Lindenschmidt και Gabriel von Max. Στο Μόναχο παρέμεινε έως το τέλος του αιώνα, εντάχθηκε στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης και καθιερώθηκε.
Το 1900, μετά από πρόσκληση της ελληνικής κυβέρνησης, επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε τη διεύθυνση της νεοσύστατης Εθνικής Πινακοθήκης, θέση στην οποία παρέμεινε έως το 1918. Το 1904 διαδέχθηκε το δάσκαλό του Λύτρα στην έδρα της ζωγραφικής στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε έως το 1930, όντας διευθυντής της Σχολής από το 1910. Το 1914 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και το 1926 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.



                                                                   Ο κακός εγγονός



                                                                       Παιδική συναυλία


                                                                     Ο χαϊδεμένος


                                                                     Τα πρώτα βήματα


                                                           Το πρώτο μπάνιο ή Ψυχρολουσία


                                                             Κορίτσι που διαβάζει


                                                                      Χτένισμα


                                                                Μικρός Βιοπαλαιστής


                                                                            Άνοιξη


                                                       Κορίτσι που τρώει μήλο


                                                                         Κου-κου


                                                                          Το γράμμα


πηγή : http://www.nationalgallery.gr/site/content.php?sel=1&artist_id=4374
http://www.kathimerini.gr/233739/article/politismos/arxeio-politismoy/gewrgios-iakwvidhs-o-astos-h8ografos


Τέχνη & Ποίησις

Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Κατερίνα Γώγου




 ''Μπερδεύω πού σταματάει το όνειρο και πού αρχίζει η αλήθεια....''

Η κόρη της ήταν ακόμα παιδί, έμεναν σε ένα μικρό, άδειο διαμέρισμα, πεινούσε, κρύωνε και έγραφε ποιήματα όχι στη γραφομηχανή, αλλά με μολύβια που έσπαγαν στο χαρτί. Σκεφτόταν τότε πως κάτω από αυτές τις συνθήκες τα ποιήματα δεν της ανήκαν. << Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ είναι μη γίνω ''ποιητής''....>>


''Τον μήνα των κερασιών. 1 Ιουνίου γεννημένη.''

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε το 1940 στην Αθήνα. Από πέντε χρονών εργάστηκε σε παιδικούς θιάσους. Τα παιδικά της χρόνια σημαδεύτηκαν από τον ελληνικό εμφύλιο και τις μετέπειτα συνέπειες που αυτός είχε στην ελληνική ψυχοσύνθεση δεκαετίες μετά. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Τάκη Μουζενίδη και στις σχολές χορού των Πράτσικα, Βαρούτη και Ζουρούδη. Συμμετείχε σε διάφορες ταινίες της Φίνος Φιλμ,στο θέατρο και σε άλλες επιλεγμένες ταινίες, του συζύγου της Π.Τάσσιου, αλλά και φίλων της σκηνοθετών όπως ο Γιώργος Κορδέλας, ο Α.Θωμόπουλος με την ταινία Όστρια στης οποίας το σενάριο συνέβαλε και η ίδια. Αργότερα όμως, από το 1978, στράφηκε κυρίως στην ποίηση.
Η ποίηση όπως είχε εξομολογηθεί και η ίδια ήταν το λιμάνι της. Η διέξοδος της έκφρασής της απέναντι στην απομόνωση όχι μόνο από την μικροαστική κοινωνία, αλλά σταδιακά από τον κύκλο των φίλων της, αλλά και από τον ίδιο της τον εαυτό. Μία διέξοδος από την αυτοκτονία. Στην τελευταία της ποιητική συλλογή χρησιμοποιεί την έκφραση ''νεκρή ζωντανή'', μία αέναη όπως αποδείχτηκε, συμπόρευση ζωής θανάτου με τον θάνατο τελικά να επικρατεί το φθινόπωρο του 1993.

'' Καταμεσίς της θάλασσας, χωρίς σκαρί, χωρίς συντρόφους και πανιά, στ' απόκρημνα νερά, χωρίς, σ' εμένα γυρισμό, μόνο να ταξιδεύω...''


Το 1978 δημοσιεύεται η πρώτη της ποιητική συλλογή Τρία Κλικ Αριστερά. Η γλώσσα είναι σχεδόν αφηγηματική με το λεξιλόγιο να είναι απτό, καθημερινό και οι εκφράσεις σκληρές και τραχιές. Ασκεί δριμύ κριτική στον καπιταλισμό και στην μικροαστική κοινωνία της εποχής της, όχι όμως με τρόπο αποστειρωμένο, αλλά γνήσιο και επιθετικό απέναντι στον αστυνομισμό και στην κρατική εξουσία.

Αυτός εκεί
ο συγκεκριμένος άνθρωπος
είχε μια συγκεκριμένη ζωή
με συγκεκριμένες πράξεις.
Γι' αυτό και 
η συγκεκριμένη κοινωνία
για το συγκεκριμένο σκοπό
τον καταδίκασε
 σε έναν αόριστο θάνατο.

Ακολουθεί το 1980 η δεύτερη ποιητική της συλλογή με τον τίτλο Ιδιώνυμο. Η γραφή της το ίδιο πολιτικοποιημένη, όμως με έναν τόνο αγανάκτησης και παραπόνου για την απαξίωση και την εξαθλίωση των συνοδοιπόρων της αγωνιστών στο προστατευόμενο κρατικά κλίμα της Μεταπολίτευσης.

Είπανε για κείνο τον αρχάγγελο
που έπεσε ξαφνικά στο μπαλκόνι μας
την Τρίτη 21  Μαΐου του 78
πως ήταν αλκοολικός.
Περνούσε λέει άμα νύχτωνε
από όλα τα μπαρ της Αθήνας
και γινότανε φέσι.
Και το πρωί σαν χάραζε είπανε
γύριζε λέει στους συναγγέλους του
και στ' άστρα ματιασμένος.
Λέγανε ακόμα οι άνθρωποι
πως ήτανε αναρχικός.
Γι' αυτό άλλωστε είχε και μαύρες φτερούγες.
Η αλήθεια είναι
πως ούτε εγώ ούτε η Μυρτώ τρομάξαμε
παρόλο που για πρώτη φορά μας
βλέπαμε αγγέλους.
Εγώ ντροπιάστηκα μόνο
που είχα τις γλάστρες απότιστες
και τα γόνατα του παιδιού λερωμένα.
Με ρώτησε θυμάμαι γελαστός
αν πίστευα στα μάτια μου αν πίστευα στους αγγέλους.
Και εγώ του είπα σοβαρά πώς όχι.
Ε τότε - μου είπε - δε θα πετάξεις ποτέ.
Και μου έβαλε ένα δαχτυλίδι στο χέρι
να με θυμάσαι άμα νυχτώνει μου είπε.
Έκανε έπειτα κάνα δυο φορές έτσι
για να ζεστάνει τις φτερούγες του ανοίξανε
και χάθηκε πάνω από την πόλη.
Από εκείνη την Τρίτη λοιπόν
ένιωσα πιο μόνη μου από όλα τα χρόνια.
Κι ούτε που ξαναμίλησα με τους ανθρώπους πια.
Κι αν δεν ήταν το δαχτυλίδι στο χέρι μου
και τα φώτα ν' αναβοσβήνουν σαν την καρδιά μου
θα' λεγα πως έφτιαξα πάλι σενάριο
με το κουρασμένο μυαλό μου.
Την νύχτα θα ξαναπάρω σβάρνα τα μπαρ.
Μπορεί να τον τρακάρω...

 
 Οι επόμενες συλλογές της είναι περισσότερο εσωστρεφείς, ένας εσωτερικός μονόλογος με μοναδικό σκοπό κάποτε να ξεσπάσει. Το τρίτο της βιβλίο είναι το Ξύλινο Παλτό, μία εκτεταμένη  καταγραφή σκέψεων με εικόνες, ακόμη περισσότερο έντονες, που απηχούν την συνείδηση του Εγώ.

(...) και εγώ, πώς μου' ρθε να γράψω ποιήματα ακόμα πιο πολύ δεν έχω τόπο να σταθώ και με το ίδιο παιδικό παράπονο κοτζάμ γυναίκα τώρα όλο να ντρέπομαι και πρέπει ακόμα να σκληρύνω και τώρα δεν έχω τί άλλο να πώ σπάνε τα κομμάτια μας σαν αστραπές στον ουρανό και πάντα όλοι να μας διατάζουνε διαλυθείτε ησύχως όμως κι έτσι που μ' οξυγονοκολλήσανε δεμένη χειροπόδαρα σε τούτη τη ζωή σε τούτη την καρέκλα έτσι και της χώσω μια στον ουρανό - κοίτα ψηλά - θα πιάσει να βρέχει...


ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΣΠΑΣΑΝΕ
ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΚΡΑΤΑΝΕ

Κουρελιασμένοι απ' τα αγριεμένα κύματα
πεταμένα υπολείμματα για πάντα από δώ και μπρός
στο σκοτεινό θάλαμο της γης
με ισκιωμένο το μυαλό
απ' το ξέφρενο κυνηγητό
της ασάλευτης πορείας των άστρων
οι τελευταίοι 
απόθεσαν το κουρασμένο κεφάλι τους
θυσία
στην τελετουργία των ανεμοστρόβιλων καιρών.
Κι άνθρωποι δεν υπήρχανε.
Κι ένα άσπρο χιόνι σιωπής
σκέπασε οριστικά τις βυθισμένες πόλεις...




Η επόμενή της συλλογή τιτλοφορείται Απόντες (1986), με φωτογραφίες διαδηλωτών, μία ίσως πιο ενδοσκοπική ματιά στους ''απόντες'' των πόλεων, αυτούς που ακόμη ζουν.


ΣΠΟΝΔΗ

Στο Σημείο
που όσο πλησιάζω
απομακρύνεται
Στο Σημείο
που όσο σκοτεινιάζει 
αναδύεται
Στο Σημείο
που κρατάω στη χούφτα μου
κι άμα πάω να στο δείξω
υδρατμός αγάπης γίνεται
και εξανεμίζεται
Στο Σημείο που ονομάζω
- Εσύ - Εγώ -
εγγράφω όλους τους φόνους
ποδοπατημένων χορταριών.
Ν' ανθίσει.


Το επόμενο βιβλίο της είναι Ο Μήνας των Παγωμένων Σταφυλιών (1988). Αποτελείται από μερικούς στίχους μόνο. Η αυξανόμενη αγωνία για το τέλος ή τη σωτηρία είναι πιο διάχυτη από ποτέ. Όλο το βιβλίο μοιάζει σαν ένα ολόκληρο ποίημα. Μεγάλα κενά, κομματιασμένη γραφή με μικρές ανάσες.

Και ήρθε - και χάμω - στα γόνατα έπεσα
και χωμάτινος βόλος έγινα
και μέσα μου κύλησα 
και σε μια ανάσα της ψυχής μου
που είχε μείνει φεγγερή 
- εκεί ακούμπησα -
κι έκλαιγα νερό. Νερά πολύ.

Κι όσο νερό έβγαλα
νερό δεν είχε για μένα
στέρεψα - λέπια- γοργόνα έγινα
κι ο άνθρωπος φοβήθηκε ακόμα πιο πολύ...


Το 1990 δημοσιεύει το έκτο της βιβλίο με τίτλο Νόστος, το οποίο είναι γραμμένο σε ψυχιατρική κλινική. Πεζά με ποιητικό ύφος με μία μεταφυσική ατμόσφαιρα.

Θα μπορούσε αυτό το σπίτι εξωτερικά τουλάχιστον, να είναι γαλήνιο, αν δεν ήταν, μέρα μεσημέρι, το έξω φως της πόρτας αναμμένο. Τα φώτα αναμμένα την ημέρα μου δημιουργούν ένα βαρύ, καταθλιπτικό συναίσθημα. Αρχίζει με ταχυπαλμία για να φτάσω να μη χτυπάει καθόλου η καρδιά, ύστερα σταυρώνω τα χέρια και πεθαίνω, αλλά δεν είναι, γιατί βλέπω πολύ καθαρά διάφορα πελώρια ζώα να κάνουν έρωτα στο κρεβάτι. Ίσως ξεκινάει από τα φώτα των αυτοκινήτων, για να γίνουν ορατά, με κάποιον ετοιμοθάνατο μέσα. Είχα τύχει σε ένα χοντρό μποτιλιάρισμα στην Αλεξάνδρας, κάποιος οδηγούσε μεθυσμένος στην αντίθετη λορίδα και μπλοκάρισε όλη την περιοχή. Και μέσα σ'ενα ταξί. με τα φώτα όλα αναμμένα, μια κυρία, μητέρα, κράταγε με ένα ματωμένο μαντίλι τα σαγόνια ενός παιδιού καθώς κοίταζε έξω. Πιστεύω πως με χαιρέτησε.
Τώρα, στο σπίτι που με έχει κρύψει η φίλη μου, σβήνω πάντα το φως και τριγυρνάω συνέχεια μ' ένα μικρό καφέ κερί, να περάσω μέσα από τη λίμνη χωρίς να σβήσει η φλόγα του, σ' έναν παλιό νοσταλγίας καθρέφτη.


Το τελευταίο της βιβλίο Με λένε Οδύσσεια (2002) δημοσιεύεται πέντε χρόνια μετά τον θάνατό της, όπου περιγράφεται η παραμονή της στο ψυχιατρείο, οι ενοχές της απέναντι στα αγαπημένα της πρόσωπα, μία προσπάθεια για μια νέα αρχή αλλά και μία κούραση ή ματαίωση από αυτήν για εκείνη υπερπροσπάθεια.

Πάει, Οδυσσέα, το έκτο γραφτό.
Γραφτό που είδε τον ήλιο
μέσα σε άσυλο
με διαμαντένια κορόνα σμιλεμένο.
Ε, καρδιά τ' ουρανού
βοήθησε
χρέος υπέρτατο 
το έβδομο της ψυχής αποτύπωμα
στα μελανά πόδια της γης
σ' ένα έλατο, σ' ένα πλατάνι
ή σε γερό ποτάμι που πάει
σ' ωκεανό να φτάσει αφημένο.
................................................
....... μια χορδή από ήλιου φως... 




Εσύ!
Εσένα που αγάπησα.
Κοίτα άμα πιείς κι όπως πάντα μεθύσεις
μην πείς ποτέ πώς μ' αγάπησες
Δε θ' άφηνες να γίνω πλατανόφυλλο
σε ξεροπόταμους να πλέω...


Κατερίνα.





πηγή : Κατερίνα Γώγου, Έρωτας Θανάτου, Αγάπη Βιργινία Σπυράτου, εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος, 2007.
http://gwgou.page.tl/ 


Τέχνη & Ποίησις