Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελληνική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελληνική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

Επιτάφιος του Σείκιλου (200 π.Χ.)

Ο Σείκιλος έζησε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας κατά το 200 π.Χ. Είναι γνωστός για το αρχαιότερο παγκοσμίως γνωστό τραγούδι, του οποίου σώζονται πλήρως και οι στίχοι και η μουσική.

Ο Σείκιλος έγραψε το τραγούδι του μετά το 200 π.Χ. σε επιτύμβια κυλινδρική στήλη που έχει ύψος 40 εκατοστά και περιέχει στην κοινή ελληνική της ελληνιστικής εποχής ένα επίγραμμα δώδεκα λέξεων και ένα μέλος (τραγούδι) δεκαεφτά λέξεων μαζί με τη μουσική του. Στην κορυφή της στήλης, το επίγραμμα αναφέρει τον άνθρωπο που το έγραψε, καθώς και το σκοπό για τον οποίο το έγραψε:

ΕΙΚΩΝ Η ΛΙΘΟΣ ΕΙΜΙ. ΤΙΘΗΣΙ ΜΕ ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΕΝΘΑ ΜΝΗΜΗΣ ΑΘΑΝΑΤΟΥ ΣΗΜΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΝ (Εγώ η πέτρα είμαι μια εικόνα. Με έβαλε εδώ ο Σείκιλος ως διαχρονικό σήμα αθάνατης μνήμης).

Στη μέση υπάρχουν οι στίχοι του τραγουδιού μαζί με τα σύμβολα της μελωδίας, η οποία είναι του λεγόμενου φρυγικού τύπου.
Στο κάτω μέρος της στήλης αναγράφεται η αφιέρωση ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΕΥΤΕΡΠΗΙ (Ο Σείκιλος στην Ευτέρπη), αλλά δεν γίνεται κατανοητό εάν πρόκειται για τη σύζυγο, την ερωμένη, τη φίλη, την αδελφή ή την κόρη του, ή και απλώς την Μούσα της μουσικής. Το μήνυμα αυτό αντιστοιχεί στο επικούρειο απόφθεγμα «όσο ζούμε πρέπει να χαιρόμαστε όπως οι θεοί» γιατί ο θάνατος είναι το τέλος και δεν υπάρχει συνέχεια. Εμφανώς επικούρεια είναι όλα τα αναφερόμενα συστατικά του μέλους: η ηδονή της ζωής, η αταραξία, καθώς και το τελικό όριο της ζωής, ο θάνατος.


ΟΣΟΝ ΖΗΣ ΦΑΙΝΟΥ,
ΜΗΔΕΝ ΟΛΩΣ ΣΥ ΛΥΠΟΥ.
ΠΡΟΣ ΟΛΙΓΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΖΗΝ,
ΤΟ ΤΕΛΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΑΠΑΙΤΕΙ.
Μετάφραση
Όσο ζεις λάμπε,
καθόλου μη λυπάσαι.
Για λίγο διαρκεί η ζωή,
ο χρόνος απαιτεί την πληρωμή του.


 

Μελοποίηση από Σπύρο Γιασαφάκη, Εύη Στεργίου (Daemonia Nymphe).




Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Αισιοδοξία

Ας υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει
στο μαύρο αδιέξοδο, στην άβυσσο του νου.
Ας υποθέσουμε πως ήρθανε τα δάση
μ' αυτοκρατορικήν εξάρτηση πρωινού
θριάμβου, με πουλιά, με το φως τ' ουρανού,
και με τον ήλιο όπου θα τα διαπεράσει.

Ας υποθέσουμε πως είμαστε κει πέρα,
σε χώρες άγνωστες, της δύσης, του βορρά,
ενώ πετούμε το παλτό μας στον αέρα,
οι ξένοι βλέπουνε περίεργα, σοβαρά.
Για να μας δεχθεί κάποια λαίδη τρυφερά,
έδιωξε τους υπηρέτες της ολημέρα.

Ας υποθέσουμε πως του καπέλου ο γύρος
άξαφνα εφάρδυνε, μα εστένεψαν, κολλούν,
τα παντελόνια μας και, με του πτερνιστήρος
το πρόσταγμα, χιλιάδες άλογα κινούν.
Πηγαίνουμε -- σημαίες στον άνεμο χτυπούν --
ήρωες σταυροφόροι, σωτήρες του Σωτήρος.

Ας υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει
από εκατό δρόμους, στα όρια της σιγής,
κι ας τραγουδήσουμε, -- το τραγούδι να μοιάσει
νικητήριο σάλπισμα, ξέσπασμα κραυγής --
τους πυρρούς δαίμονες, στα έγκατα της γης,
και, ψηλά, τους ανθρώπους να διασκεδάσει.


Κώστας Καρυωτάκης, Τελευταία Ποιήματα




Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Άνεμος του Νοεμβρίου

Τώρα όμως βράδιασε.
Ας κλείσουμε την πόρτα κι ας κατεβάσουμε
τις κουρτίνες
γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τι κάναμε στη ζωή μας;
Ποιοί είμαστε; Γιατί εσύ κι όχι εγώ;
Καιρό τώρα δεν χτύπησε κανείς την πόρτα μας
κι ο ταχυδρόμος έχει αιώνες να φανεί.
Α, πόσα γράμματα, πόσα ποιήματα
που τα πήρε ο άνεμος του Νοεμβρίου.
Κι αν έχασα τη ζωή μου
την έχασα για πράγματα ασήμαντα: μια λέξη ή ένα κλειδί,
ένα χτες ή ένα αύριο
όμως οι νύχτες μου έχουν πάντα ένα άρωμα βιολέτας γιατί θυμάμαι.
Πόσοι φίλοι που έφυγαν χωρίς ν’ αφήσουν διεύθυνση
πόσα λόγια χωρίς ανταπόκριση
κι η μουσική σκέφτομαι είναι η θλίψη εκείνων
που δεν πρόφτασαν ν’αγαπήσουν.
Ώσπου στο τέλος δεν μένει παρά μια θολή ανάμνηση
από το παρελθόν (πότε ζήσαμε;)
και κάθε που έρχεται η άνοιξη κλαίω γιατί σε λίγο θα φύγουμε
και κανείς δεν θα μας θυμηθεί.

Τάσος Λειβαδίτης


Τώρα όμως βράδιασε. Ας κλείσουμε την πόρτα κι ας κατεβάσουμε τις κουρτίνες γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τί κάναμε στη ζωή μας; Ποιοι είμαστε; Γιατί εσύ κι όχι εγώ; Καιρό τώρα δε χτύπησε κανείς την πόρτα μας κι ο ταχυδρόμος έχει αιώνες να φανεί. Α, πόσα γράμματα, πόσα ποιήματα που τα πήρε ο άνεμος του Νοεμβρίου. Κι αν έχασα τη ζωή μου την έχασα για πράγματα ασήμαντα: μια λέξη ή ένα κλειδί, ένα ένα χτες ή ένα αύριο όμως οι νύχτες μου έχουν πάντα ένα άρωμα βιολέτας γιατί θυμάμαι. Πόσοι φίλοι που έφυγαν χωρίς ν’αφήσουν διεύθυνση, πόσα λόγια χωρίς ανταπόκριση κι η μουσική σκέφτομαι είναι η θλίψη εκείνων που δεν πρόφτασαν ν’αγαπήσουν. Ώσπου στο τέλος δε μένει παρά μια θολή ανάμνηση απ’το παρελθον (πότε ζήσαμε;) και κάθε που έρχεται η άνοιξη κλαίω γιατί σε λίγο θα φύγουμε και κανείς δε θα μας θυμηθεί. Τάσος Λειβαδίτης

Διαβάστε περισσότερα στο: www.ithaque.gr