ΑΘΗΝΑ
Έλληνε λαέ βασιλιά απελπισμένε
Να χάσεις άλλο πια δεν έχεις πάρεξ τη λευτεριά
Τον έρωτά σου για την λευτεριά και την δικαιοσύνη
Και τον άπειρο σεβασμό του ίδιου του εαυτού σου
Βασιλιά λαέ δε σε απειλεί ο θάνατος
Στον έρωτά σου είσαι όμοιος είσαι αγαθός
Και το κορμί σου και η καρδιά πεινούν για αιωνιότητα
Βασιλιά λαέ που πίστεψες πως σου χρωστούν το ψωμί
Και πως σου δίναν τίμια τ' άρματα να σηκώσεις
Τίμια δικιά σου σώζοντας βάζοντας τον δικό σου νόμο
Λαέ απελπισμένε στα δικά σου μόνο άρματα εμπιστέψου
Ελεημοσύνη σαν τα δώσανε κάνε τα εσύ ελπίδα
Και την ελπίδα όρθωσε στο μαύρο φως αντίκρυ
Στον ανελέητο Χάροντα που δίπλα σου δε βολεύεται
Λαέ απελπισμένε ήρωα λαέ
Λαέ πεινασμένων λαίμαργων της πατρίδας
Μικρέ και μεγάλε στα μέτρα του λαού σου
Έλληνα λαέ αφέντη παντοτινέ των πόθων σου
Συνταιριασμένα το ιδανικό της σάρκας και η σάρκα η ίδια
Η φυσική λαχτάρα το ψωμί και η λευτεριά
Η λευτεριά όμορφη με την ηλιόλουστη θάλασσα
Το ψωμί όμοιο με τους θεούς το ψωμί που σμίγει τους ανθρώπους
Το αληθινό ολόφωτο αγαθό πιο δυνατό απ' όλα
Πιο δυνατό απ' τον πόνο και απ' τους εχθρούς μας όλους
9 Δεκέμβρη 1944
πηγή : http://anasintaxi.awardspace.com/141.htm
Να ειπωθούν όλα
Το παν είναι να ειπωθούν όλα, και μου λείπουν οι λέξεις
Και μου λείπει ο καιρός, και μου λείπει το θάρρος
Ονειρεύομαι ξετυλίγω στην τύχη τις εικόνες μου
Εχω άσχημα ζήσει, κι έχω μάθει άσχημα να μιλώ καθαρά.
Να ειπωθούν όλα για τους βράχους, τη λεωφόρο και τα λιθόστρωτα
Τους δρόμους και τους διαβάτες τους τα λιβάδια και τους βοσκούς
Το χνούδι της άνοιξης και τη σκουριά του χειμώνα
Το κρύο και τη θέρμη συνθέτοντας ένα και μόνο καρπό
Θέλω να δείξω το πλήθος και κάθε άνθρωπο χώρια
Μαζί μ΄ ό,τι τον ζωντανεύει και ό,τι τον απελπίζει
Και κάτω από τις ανθρώπινες εποχές κάθε τι που φωτίζει
Την ελπίδα του και το αίμα του την ιστορία του και τη λύπη του
Θέλω να δείξω το τεράστιο πλήθος διαιρεμένο
Το πλήθος διαμοιρασμένο όπως σε κοιμητήριο
Και το πλήθος πιο δυνατό απ΄ τη σκιά του την ακάθαρτη
Έχοντας γκρεμίσει τους τοίχους του έχοντας νικήσει τ΄ αφεντικά του
Την οικογένεια των χεριών, την οικογένεια των φύλλων
Και το περιπλανώμενο ζώο χωρίς προσωπικότητα
Τον ποταμό και τη δροσιά γονιμοποιά και εύφορα
Τη δικαιοσύνη όρθια την εξουσία καλά φυτεμένη
Και μου λείπει ο καιρός, και μου λείπει το θάρρος
Ονειρεύομαι ξετυλίγω στην τύχη τις εικόνες μου
Εχω άσχημα ζήσει, κι έχω μάθει άσχημα να μιλώ καθαρά.
Να ειπωθούν όλα για τους βράχους, τη λεωφόρο και τα λιθόστρωτα
Τους δρόμους και τους διαβάτες τους τα λιβάδια και τους βοσκούς
Το χνούδι της άνοιξης και τη σκουριά του χειμώνα
Το κρύο και τη θέρμη συνθέτοντας ένα και μόνο καρπό
Θέλω να δείξω το πλήθος και κάθε άνθρωπο χώρια
Μαζί μ΄ ό,τι τον ζωντανεύει και ό,τι τον απελπίζει
Και κάτω από τις ανθρώπινες εποχές κάθε τι που φωτίζει
Την ελπίδα του και το αίμα του την ιστορία του και τη λύπη του
Θέλω να δείξω το τεράστιο πλήθος διαιρεμένο
Το πλήθος διαμοιρασμένο όπως σε κοιμητήριο
Και το πλήθος πιο δυνατό απ΄ τη σκιά του την ακάθαρτη
Έχοντας γκρεμίσει τους τοίχους του έχοντας νικήσει τ΄ αφεντικά του
Την οικογένεια των χεριών, την οικογένεια των φύλλων
Και το περιπλανώμενο ζώο χωρίς προσωπικότητα
Τον ποταμό και τη δροσιά γονιμοποιά και εύφορα
Τη δικαιοσύνη όρθια την εξουσία καλά φυτεμένη